Βαλέτα

Βαλέτα
(Valletta). Πόλη (περ. 9.200 κάτ.) και πρωτεύουσα της Μάλτας, ένα από τα καλύτερα φυσικά λιμάνια της Μεσογείου, επειδή το στόμιό του προστατεύεται από τους ΒΑ ανέμους με δύο κυματοθραύστες και το μήκος του φτάνει τα δύο χλμ. Στη νότια ακτή του λιμανιού σχηματίζονται πέντε μικρότερα (Μπίγκι, Κάλκαρα, Ναυστάθμου, Γαλλικό και Μαρσά) που αποτελούν και τον μυχό του. Η πόλη οχυρώθηκε από τους Ιωαννίτες ιππότες της Ρόδου το 1530, όταν ο Κάρολος Κουίντος τους εκδίωξε από τη Ρόδο και τους παραχώρησε, ως αντάλλαγμα, την εξουσία της Μάλτας. Η Β. είναι χτισμένη αμφιθεατρικά, έχει ωραία ρυμοτομία και πλήθος μνημείων, που προσδίδουν στη φυσιογνωμία της πόλης έναν παλαιικό τόνο και μια χαρακτηριστική γραφικότητα. Ανάμεσά τους ξεχωρίζει ο μητροπολιτικός ναός του Αγίου Ιωάννη, που χτίστηκε το 1576 και περιλαμβάνει τα μνημεία των Μεγάλων Μαγίστρων και των ιπποτών του τάγματος καθώς και πολλά παρεκκλήσια. Στο πέμπτο μάλιστα παρεκκλήσι, που είναι αφιερωμένο στη Θεοτόκο, βρίσκονται κρεμασμένα, μπροστά στην εικόνα της, τα κλειδιά των πυλών των πόλεων, που είχαν κυριεύσει κατά καιρούς από τους Τούρκους οι Ιωαννίτες ιππότες. Εξάλλου, στα υπόγεια του ναού έχουν τοποθετηθεί οι σαρκοφάγοι των Μεγάλων Μαγίστρων, όπως του Βιλιέ ντε λ’ Ιλ ντ’ Αντάμ και του Λα Βαλέτ, από τον οποίο ονομάστηκε και η πόλη. Αξίζει να σημειωθεί ότι η γραφικότητα της πόλης επιτείνεται από τη μετατροπή των ηφαιστειογενών βράχων που την περιβάλλουν σε ολάνθιστους κήπους, με την επιχωμάτωση των κοιλοτήτων που αφήνει η εξαγωγή των γνωστών πλακών της Μάλτας.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • Μάλτα — I Νησιωτικό κράτος της νότιας Ευρώπης στην κεντρική Μεσόγειο, περίπου 60 ναυτικά μίλια N της Σικελίας.Σημαντικό πολιτιστικό κέντρο κατά την αρχαιότητα και σε σημαντική γεωστρατηγική θέση, η Μ. υπέστη διαδοχικές κατοχές αλλά ταυτόχρονα ήρθε σε… …   Dictionary of Greek

  • Alexandre Papadiamandis — Alexandre Papadiamantis en 1906. Alexandre Papadiamándis (grec moderne : Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης), né le 4 avril 1851 à Skiathos et mort le 3 janvier 1911, es …   Wikipédia en Français

  • Names of European cities in different languages: U–Z — v · d · …   Wikipedia

  • απολίτευτος — η, ο (AM ἀπολίτευτος, ον) αυτός που δεν συμμετέχει στην πολιτική ζωή νεοελλ. 1. εκείνος που δεν κάνει πολιτική, ο ειλικρινής 2. ο απολίτιστος αρχ. μσν. ακοινώνητος, αταίριαστος με τους πολλούς αρχ. 1. (για έθνη) ο δίχως πολιτική οργάνωση 2.… …   Dictionary of Greek

  • ατομικισμός — ο 1. το να φροντίζει και να ενδιαφέρεται κανείς μόνο για τον εαυτό του, η εγωπάθεια 2. η πολιτική και κοινωνική φιλοσοφία που προβάλλει το άτομο αντί της κοινωνίας. [ΕΤΥΜΟΛ. < ατομικός. Η λ. μαρτυρείται από το 1871 στον Ιωάννη Ν. Βαλέτα] …   Dictionary of Greek

  • βιβλιοφάγος — ο 1. αυτός που διαβάζει πολλά βιβλία 2. το αρσ. ως ουσ. έντομο που καταστρέφει το χαρτί ή το δέσιμο των βιβλίων. [ΕΤΥΜΟΛ. < βιβλίο(ν) + φάγος < (θ.) φαγ , έφαγον (αόρ. β του εσθίω πρβλ. αγγλ. bibliophage). Η λ. μαρτυρείται από το 1871 στον… …   Dictionary of Greek

  • γραμματοθήκη — η 1. θήκη στην οποία φυλάσσονται επιστολές που έχουν διαβαστεί 2. στοιχειοθετείο με πολλά τετράγωνα ή επιμήκη χωρίσματα, στα οποία τοποθετούνται τα τυπογραφικά στοιχεία. [ΕΤΥΜΟΛ. < γράμμα ( ατος) + θήκη. Ο τ. μαρτυρείται στον πληθ.… …   Dictionary of Greek

  • δεκαπεντάγωνος — η, ο 1. αυτός που έχει δεκαπέντε γωνίες 2. το ουδ. ως ουσ. πολύγωνο με δεκαπέντε γωνίες. [ΕΤΥΜΟΛ. < δεκαπέντε + γωνία. Το ουδ. δεκαπεντάγωνον μαρτυρείται από το 1871 στον Ιω. Ν. Βαλέτα] …   Dictionary of Greek

  • δημοσιολόγος — ο ο ειδικός στη δημοσιολογία. [ΕΤΥΜΟΛ. Η λ. μαρτυρείται από το 1836 στον Σπυρ. Ιωάν. Βαλέτα, Ιήτη] …   Dictionary of Greek

  • εφημεριδογραφικός — ή, ό αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στην εφημεριδογραφία, ο δημοσιογραφικός. επίρρ... εφημεριδογραφικώς και ά με δημοσιογραφικό τρόπο. [ΕΤΥΜΟΛ. < εφημεριδογραφία. Η λ. μαρτυρείται από το 1836 στον Σπυρ. Ιω. Βαλέτα] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”